Ο Συνήγορος του Πολίτη διαπιστώνει μια σειρά από παραβιάσεις, αυθαιρεσίες και παραλείψεις κατά τη διάρκεια της προσαγωγής της Καλλιόπης Μέλλιου, το βράδυ της 27ης Φεβρουαρίου του 2013, στα Εξάρχεια.
Στην έκθεσή του, η οποία κοινοποιήθηκε στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, ο Συνήγορος του Πολίτη κάνει εκτενή αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης, περιγράφει το νομικό πλαίσιο που ορίζει τη λειτουργία της αστυνομίας κατά τη διάρκεια του ελέγχου και της προσαγωγής πολιτών, θέτοντας έπειτα τα ερωτήματα που προέκυψαν από την εκτός πλαισίου λειτουργία της αστυνομίας στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Η έκθεση καταλήγει χαρακτηρίζοντας τα καταγγελλόμενα στη συγκεκριμένη περίπτωση “ιδιαιτέρως σοβαρά (στέρηση ελευθερίας, προσβολές της αξιοπρέπειας κ.λπ.)” και ζητώντας “διεξοδική διερεύνηση της αλήθειας και απόδοση των ευθυνών”.
Ο Συνήγορος του Πολίτη επισημαίνει ότι
“είναι προφανές ότι οι ως άνω αναφερόμενες συμπεριφορές, εφόσον είναι αληθείς, δεν πλήττουν μόνο τα δικαιώματα του πολίτη, της συγκεκριμένης αναφερόμενης ή όλων, αλλά και το κύρος της αστυνομίας, η οποία εμφανίζεται σ’ ένα κράτος δικαίου να δρα αυθαιρέτως”,
προσθέτοντας ότι
“για τους λόγους αυτούς, προτίθεται να παρακολουθήσει πολύ στενά τη διαδικασία αλλά και την ολοκλήρωση αυτής της έρευνας”.
Η Καλλιόπη Μέλλιου δήλωσε σχετικά στο Left.gr:
“Η επιστολή του Συνηγόρου του Πολίτη προς τη ΓΑΔΑ θέτει τα αυτονόητα ερωτήματα και ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τα δικαιώματα αυτά, ενώ θα έπρεπε να είναι αδιαπραγμάτευτα σε μια κοινωνία δημοκρατίας και ευνομίας, αναγκαζόμαστε να τα συζητάμε και να τα διεκδικούμε καθημερινά”.
Στην έκθεση ερωτάται η αστυνομία:
- Αν και πώς έγινε γνωστή η ταυτότητα των αστυνομικών (της ομάδας ΔΕΛΤΑ) στην αναφερόμενη πολίτη η οποία την ζήτησε; Επεδείχθη υπηρεσιακή ταυτότητα και δόθηκε η δυνατότητα να συγκρατήσει η πολίτης τα στοιχεία των αστυνομικών;
- Ήταν νόμιμη και αναγκαία, βάσει και των ατομικών χαρακτηριστικών της, η προσαγωγή της αναφερομένης, δοθέντος μάλιστα ότι αυτή διέθετε Δ.Α.Τ. μαζί της; Πώς ανασκευάζεται η πιθανότητα τιμωρητικής -εκδικητικής αντιμετώπισης της αναφερομένης πολίτη;
- Συνιστά έγκλημα η συγκράτηση ή σημείωση των αριθμών κυκλοφορίας αστυνομικών οχημάτων; Αν ναι, βάσει ποιας ακριβώς διατάξεως και γιατί, στην περίπτωση αυτή, δεν κινήθηκε η ποινική διαδικασία για την αναφερομένη;
- Ποιες υπόνοιες, για ήδη τελεσθείσα αξιόποινη πράξη κίνησε η αναφερομένη; Επιβεβαιώθηκαν ή διαψεύσθηκαν αυτές; Πώς δικαιολογείται η αναφορά σε «σοβαρές υπόνοιες», στο από 30.3.2013 έγγραφο, ενώ στο βιβλίο συμβάντων αναφέρεται απλώς σε «γεγονός που θεωρήθηκε ύποπτο».
- Γιατί αφαιρέθηκε και με ποιο νόμιμο έρεισμα το κινητό τηλέφωνο της αναφερομένης αφού αυτή δεν είχε συλληφθεί αλλά είχε απλώς προσαχθεί; Έγινε κάποια έρευνα για αυτό; Πώς διασφαλίστηκε το απόρρητο της επικοινωνίας και τα προσωπικά δεδομένα της αναφερομένης, δοθέντος ότι δεν επετράπη σε αυτή να αφαιρέσει την κάρτα sim ή την μπαταρία του κινητού τηλεφώνου, πράγμα που η ίδια ζήτησε;
- Ποια αναγκαιότητα και σε ποια ακριβώς νόμιμη βάση στηρίζονταν οι ερωτήσεις προς την αναφερόμενη: «με ποιον ήσουν», «τι ήθελες εκεί», «μήπως σημείωσες κάτι»;
- Δηλώθηκε από τον επιληφθέντα αξιωματικό υπηρεσίας και, αν ναι, για ποιο λόγο ότι η αναφερόμενη συλλαμβανόταν ή ότι ήταν, δήθεν, «κρατούμενη» και θα οδηγείτο στο αυτόφωρο;
- Γιατί η αναφερόμενη υπεβλήθη σε σωματικό έλεγχο και υποχρεώθηκε να αφαιρέσει τα ρούχα της, αφού δεν ήταν κρατούμενη ούτε είχε συλληφθεί; Ποια ειδικά μέτρα ελήφθησαν για την προστασία της αξιοπρέπειας της αναφερομένης;
- Γιατί δεν επετράπη η επικοινωνία της αναφερομένης με τα πρόσωπα που προσήλθαν για να την επισκεφθούν (δικηγόρο και βουλευτή), «δοθέντος ότι δεν ήταν κρατούμενη και συνεπώς διέθετε απεριόριστο το δικαίωμα επικοινωνίας, ιδίως με δικηγόρο;
- Αρνήθηκε πράγματι ο επιληφθείς αξιωματικός να δώσει τα στοιχεία του, κατά την αποχώρηση της αναφερομένης; Ποια πρόνοια είχε ληφθεί ότι αυτά να είναι εμφανή (π.χ. ύπαρξη σχετικής πινακίδας;)
- Συνολικά, ποια μέτρα ελήφθησαν ώστε να αποτραπεί ο εξευτελισμός και η ταπείνωση της αναφερομένης; Διασφαλίστηκε ότι οι ενέργειες και η εν γένει συμπεριφορά των αστυνομικών δεν δημιουργούσαν κλίμα απειλών και φόβου;
- Πότε καταγράφηκε η προσαγωγή της κ. Μέλλιου στο Βιβλίο Αδικημάτων και Συμβάντων; Στις 07-03-2013, όπως φαίνεται στο σχετικό απόσπασμα δηλ. επτά (7) ημέρες από τη διενέργεια της; Τηρήθηκε η διάταξη του άρ. 36 παρ. 3 ΠΔ 75/198 που επιτάσσει , τα συμβάντα να καταγράφονται «αμέσως» ή το πολύ «μέσα σε 24 ώρες»;
……………………………………………..
Διαβάστε ολόκληρη την Έκθεση
…………………………………………….
Θέμα: Διερεύνηση (αναφερόμενης) κακομεταχείρισης πολίτη από αστυνομικούς
Ο Συνήγορος του Πολίτη, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του κατά το άρ. 103 § 9 του Συντάγματος και το ν.3094/2003, εξετάζει αναφορά της κυρίας Καλλιόπης Μέλλιου του Πολυδεύκη, σχετικά με την δράση αστυνομικών. Ειδικότερα:
I. Ιστορικό
Α.
Κατά τα αναφερόμενα, στις 27 Φεβρουαρίου 2013 και ώρα 22:50, οκτώ (8) αστυνομικοί (της ομάδας ΔΕΛΤΑ), επιβαίνοντες σε τέσσερα (4) δίκυκλα, εισήλθαν στον πεζόδρομο της οδ. Τζαβέλα (Αθήνα) και ακολούθως εξήλθαν αυτής βιαστικά.
Η κ. Μέλλιου, 55 ετών, φωτορεπόρτερ, ευρισκόμενη στη συμβολή των οδών Εμμ. Μπενάκη και Τζαβέλα (Αθήνα) και γνωρίζοντας ότι στο συγκεκριμένο σημείο έχει λάβει χώρα κατά το πρόσφατο παρελθόν ένα θανατηφόρο συμβάν, με ευθύνη αστυνομικών, που συντάραξε τη χώρα, παρατηρούσε «αν συνέβαινε κάτι», σημειώνοντας παράλληλα τους αριθμούς κυκλοφορίας των αστυνομικών δικύκλων.
Τότε προσεγγίστηκε από τους δικυκλιστές αστυνομικούς, ένας εκ των οποίων κατέβηκε από το δίκυκλο και ζήτησε τα στοιχεία της.
Η ίδια συμφώνησε να δώσει τα στοιχεία της, ζητώντας όμως αντιστοίχως τα στοιχεία του αιτούντος αστυνομικού, δοθέντος ότι αυτός δεν έφερε διακριτικά της ταυτότητάς του ενώ και η ενέργειά του δεν ήταν δικαιολογημένη από τα πράγματα, δηλαδή την ατομική συμπεριφορά της αναφερομένης.
Τότε, ο συγκεκριμένος αστυνομικός της «δήλωσε επιθετικά» ότι δεν πρόκειται να «δώσει τίποτα» αλλά, αντίθετα, ότι η αναφερομένη θα προσαχθεί στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής (ΓΑΔΑ).
Πράγματι η αναφερόμενη μεταφέρθηκε πεζή, συνοδευόμενη από τέσσερις (4) αστυνομικούς, στην οδό Ακαδημίας, επιβιβάστηκε σε προσελθόν περιπολικό και οδηγήθηκε στην Υπδνση Κρατικής Ασφάλειας (στον 6° όροφο του κτιρίου της ΓΑΔΑ).
Η κ. Μέλλιου, κατά τους ισχυρισμούς της, οδηγήθηκε σε «αρμόδιο» αστυνομικό ο οποίος αρχικώς της ζήτησε να παραδώσει εκτός από το Δ.Α.Τ. της και το κινητό της τη-λέφωνο (χωρίς όμως να της επιτραπεί να αφαιρέσει την κάρτα ή τη μπαταρία) και στη συνέχεια της απηύθυνε ερωτήσεις όπως: «με ποιον ήσουν», «τι ήθελες εκεί», «μήπως σημείωσες κάτι» ενώ σε ερώτηση της αναφερομένης «στο πλαίσιο ποιας διαδικασίας με ρωτάτε» απάντησε: «ελάτε τώρα, στην Ελλάδα είμαστε».
Τέλος, της δήλωσε ότι «συλλαμβάνεσαι», είναι «κρατούμενη» και θα οδηγείτο στο αυτόφωρο, χωρίς ωστόσο να δίδει απάντηση για οποιοδήποτε υποτιθέμενο τελεσθέν αδίκημα.
Ακολούθως, ο ίδιος αστυνομικός έδωσε εντολή, σε κληθείσα γυναίκα αστυνομικό, να υποβάλει την ανα-φερόμενη σε σωματικό έλεγχο ενώ, κατόπιν των διαμαρτυριών της τελευταίας, υπέδειξε μεγαλόφωνα «μην κάνεις πρωκτικό και κολπικό, κάνε μόνο ‘κωλομάγουλα’ και… ξέρεις εσύ».
Πράγματι, αφού εξήλθε ο ως άνω αστυνομικός από το συγκεκριμένο γραφείο, η αναφερόμενη υποβλήθηκε σε σωματικό έλεγχο από την γυναίκα αστυνομικό και υποχρεώθηκε να αφαιρέσει τα ρούχα της (πρώτα τα άνω και ύστερα τα κάτω) έως και τα εσώρουχα.
Σημειώνεται ότι το γραφείο που έλαβε χώρα αυτό το συμβάν βρισκόταν επί της Λεωφ. Αλεξάνδρας και είχε στη μια πλευρά του ακάλυπτη τζαμαρία, με δυνατότητα θέασης από έξω {ιδίως λόγω του φωτισμού στο εσωτερικό), ενώ η αστυνομικός αρνήθηκε να κατεβάσει τα στόρια, όπως ζήτησε η αναφερομένη, ώστε να μην υπήρχε δυνατότητα θέασης.
Δύο ώρες αργότερα, αφού όπως δηλώθηκε «η εξακρίβωση ολοκληρώθηκε», δόθηκε στην αναφερομένη το Δ.Α.Τ, της και αφέθηκε ελεύθερη.
Όταν, ωστόσο, αυτή ζήτησε τα στοιχεία του επιληφθέντος αξιωματικού υπηρεσίας (;), ο τελευταίος αρνήθηκε, απαντώντας επί λέξει: «δεν παίζει».
Σημειώνεται, τέλος, ότι κατά την «παραμονή» της αναφερομένης στη ΓΑΔΑ, δεν ε-πετράπη η επικοινωνία μαζί της στις ήδη προσελθούσες, για το σκοπό αυτό, δικηγόρο κ. Άννα Μαντέλλου και βουλευτή κ. Αφροδίτη Σταμπουλή, με το μεταβαλλόμενο αιτιολογικό ότι «πρόκειται για μια απλή προσαγωγή», «σε λίγο έρχεται», «δεν είναι κρατούμενη».
Τελικώς επετράπη η είσοδος μόνο στην βουλευτή κ. Α. Σταμπουλή αλλά ποτέ στην δικηγόρο της αναφερομένης.
Β.
Σύμφωνα με το «Απόσπασμα του Βιβλίου αδικημάτων και συμβάντων της 07-03- 2013» η προσαγωγή έλαβε χώρα «διότι κατά τη διέλευση υπηρεσιακών δικύκλων η προαναφερόμενη προέβη στην καταγραφή των αριθμών κυκλοφορίας αυτών γεγονός που θεωρήθηκε ύποπτο».
Αναφέρεται εξάλλου ότι η
«[ε]λεχθείσα αρνήθηκε αρχικά να δηλώσει τα στοιχεία ταυτότητάς της, υπαναχωρώντας στην συνέχεια προσαχθείσα…
Αποχώρησε την 00:50 ώρα της 28-02-2013».
Παράλληλα, στο υπ’ αριθμ. πρωτ. 1016/53/55-β730-3-2013 απαντητικό προς την αναφερομένη έγγραφο (της Δνσης Ασφαλείας Αττίκής/Υπδνση Προστ. του Κράτους) κα-ταγράφονται τα ονόματα των αστυνομικών που ήσαν«παρόντες», χωρίς όμως τον ακριβή ρόλο και τις ενέργειες στις οποίες ο καθένας από αυτούς προέβη. Αναφέρεται παράλληλα ότι η «καταγραφή των αριθμών κυκλοφορίας υπηρεσιακών οχημάτων [συνιστά] πράξη που αναμφιβόλως έχρηζε διερεύνησης ως προς τα κίνητρά της» ενώ σε συνδυασμό με την αναφερόμενη άρνηση δήλωσης στοιχείων ταυτότητας επιβαλλόταν η σωματική έρευνα, καθόσον η «διαγωγή» {;) και η συμπεριφορά της αναφερομένης «ήγειραν σοβαρές υπόνοιες».
Τέλος, σχετικά με την εντολή διενέργειας σωματικής έρευνα αναφέρεται ότι «αυτή θεωρείται ότι δίδεται πάγια, καθόσον αποτελεί συνήθη και προ-βλεπόμενη διαδικασία».
II. Νομικό πλαίσιο
Δοθέντος ότι τόσο οι αστυνομικές έρευνες, όσο και οι προσαγωγές ή συλλήψεις αλλά και εν γένει η περιοριστική της ελευθερίας αστυνομική δράση, υπόκεινται σε συγκεκριμένους όρους, που προβλέπονται από τη νομοθεσία (Σύνταγμα, ΕΣΔΑ, ΚΠΔ, ΠΔ 141/1991), κάθε τέτοια ενέργεια θα πρέπει να δικαιολογείται ειδικώς και επαρκώς αιτιολογημένη και απολύτως σύμφωνη με το νόμο.
Ειδικότερα, η ύπαρξη εύ-λογων υποψιών αντικειμενικά στηριγμένων, η τήρηση του αναγκαίου μέτρου, ο σεβασμός της προσωπικότητας του ατόμου και, εν γένει, η πιστή τήρηση των προβλεπομένων διαδικασιών αποτελούν ενδεικτικά κριτήρια για τη νομιμότητα της αστυνομικής δράσης. Σχετική είναι η Εγκύκλιος του Αρχηγού ΕΛΑΣ (αριθ. πρωτ: 7100/22/4α/17-6- 2005) κατά την οποία:
«Σε κάθε περίπτωση όμως, οι ενέργειες των οργάνων της [ΕΛΑΣ] διέπονται από την αρχή της νομιμότητας (άρθρα 103 παρ. 1 και 120 παρ. 2 Συντάγματος)»,
«οι αστυνομικοί έλεγχοι πρέπει να διενεργούνται με σεβασμό στην ανθρώπινη αξία», «ως προς τη διενέργεια σωματικών ερευνών, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η “σοβαρή υπόνοια τελέσεως αξιόποινης πράξης ή απόλυτη ανάγκη” (άρθρο 96 παρ.3 Π.Δ. 141/1991).
Η συνδρομή των προϋποθέσεων αυτών πρέπει να βασίζεται σε ειδικά αντικειμενικά ή υποκειμενικά στοιχεία, τα οποία να είναι επαρκή και πρόσφορα να δικαιολογήσουν κατά νόμο τη σωματική έρευνα.»,
«Η προσαγωγή του υπόπτου στο αστυνομικό κατάστημα συνιστά εξ’ ορισμού, ένα επαχθές καταναγκαστικό μέτρο που αναφέρεται στην ελευθερία κίνησης του πολίτη, δοθέντος ότι στην περίπτωση αυτή το άτομο τίθεται υπό τη φυσική εξουσίαση του αστυνομικού, πολλές φορές μάλιστα με δέσμευση.»,
«Ενόψει του χαρακτήρα του μέτρου αυτού, επιβάλλεται όπως η όλη διαδικασία των προσαγωγών συνδυάζεται με προσήλωση στο σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στα ατομικά δικαιώματα του πολίτη, δικαιώματα που αποτελούν κατάκτηση του νομικού πολιτισμού μας, καθόσον ακόμη και η πρόληψη και δίωξη του εγκλήματος δεν επιτρέπεται να γίνεται έναντι οποιουδήποτε τιμήματος»
«την αστυνομική δράση (και τη διοικητική δράση γενικότερα) διέπουν οι αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας.»,
«Σ’ ότι αφορά το χρόνο που είναι αναγκαίος για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της προσαγωγής, επιβάλλεται, με κάθε προσπάθεια, να περιορίζεται στον απολύτως αναγκαίο προς τούτο.
Επισημαίνεται ότι κάθε υπέρβαση του ως άνω χρόνου θα μπορούσε να προσλάβει ακόμη και διαστάσεις ποινικού αδικήματος (κατακράτηση παρά το Σύνταγμα κ.λ.π.).»
Έτσι η προσαγωγή ενός πολίτη, η σωματική έρευνα και η απογύμνωσή του, η απαγόρευση επικοινωνίας με δικηγόρο ως ενέργειες θίγουσες καίριες όψεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ελευθερία, αξιοπρέπεια) πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να δικαιολογούνται, με σαφήνεια και πληρότητα, ως προς τη νομιμότητα και την αναλογικότητα τους, με βάση και τα συγκεκριμένα δεδομένα της κάθε περίπτωσης (π.χ. φύλο, ηλικία, συνθήκες, επικινδυνότητα του υφιστάμενου αυτές).
Ος προς την προληπτική σωματική έρευνα, πλην των άλλων ενστάσεων που εγείρο-νται, το άρ. 96 ΠΔ 141/1991 καθορίζει συγκεκριμένους όρους για τη διενέργειά της, ρυθμίζοντάς την ως μια εξαιρετική – και όχι συνήθη- αστυνομική ενέργεια.
Μια τέτοια έρευνα δικαιολογείται και μόνο «όταν υπάρχει σοβαρή υπόνοια τελέσεως αξιοποίνου πράξεως ή απόλυτη ανάγκη» και «γίν[ε]ται από βαθμοφόρο της Ελληνικής Αστυνομίας, ενώπιον δύο μαρτύρων, αν υπάρχουν.
Κατά εξαίρεση η έρευνα μπορεί να γίνει από αστυφύλακα, όταν δεν είναι παρών βαθμοφόρος και δεν μπορεί να αναληφθεί μέχρι τη άφιξή του χωρίς κίνδυνο ματαίωσής της.»
Εξάλλου κατά την ίδια διάταξη (άρ. 96 παρ. 4)
«Κατά τις έρευνες οι αστυνομικοί πρέπει να φροντίζουν να μη θίγεται η προσωπικότητα ούτε να ενοχλείται αδικαιολόγητα το πρόσωπο που υποβάλλεται σε σωματική έρευνα… στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό.»
Το βάρος αποδείξεως, όπως παγίως γίνεται δεκτό από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, φέρει εξολοκλήρου η Αστυνομία
Επιπλέον, οι παραπάνω ενέργειες, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό με σκόπιμη δημιουργία φόβου στον προσαγόμενο, επίδειξη αγένειας, άρνηση δήλωσης ταυτότητας αστυνομικών, δημιουργούν ερωτήματα για πιθανή εξευτελιστική μεταχείριση και αυθαιρεσία.
Σύμφωνα με το άρ. 36 ΠΔ 75/1987
«1. Όλα τα αδικήματα και τα συμβάντα που γίνονται κατά τη διάρκεια του 24ώρου για τα οποία η Ελληνική Αστυνομία είναι υποχρεωμένη από τον προορισμό και την αποστολή της να επεμβαίνει όπως και οι συλλήψεις προσώπων καταχωρίζονται στο βιβλίο Αδικημάτων Συμβάντων Συλλήψεων Συστάσεων και Παραπόνων. [...]
Β.Τα αδικήματα τα Συμβάντα και οι συλλήψεις καταχωρίζονται κατά κανόνα αμέσως και αν αυτό δεν είναι δυνατό μέσα σε 24 ώρες από το χρόνο τέλεσής τους ή αφότου έλαβε γνώση η Υπηρεσία.»
ΙΙΙ. Ερωτήματα
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ανακύπτουν αρκετά ζητήματα τα οποία χρήζουν προσεκτικής διερεύνησης και ακολούθως σχολαστικής απάντησης. Ενδεικτικώς αναφέρονται τα ακόλουθα:
- Αν και πώς έγινε γνωστή η ταυτότητα των αστυνομικών (της ομάδας ΔΕΛΤΑ) στην αναφερόμενη πολίτη η οποία την ζήτησε; Επεδείχθη υπηρεσιακή ταυτότητα και δόθηκε η δυνατότητα να συγκρατήσει η πολίτης τα στοιχεία των αστυνομικών;
- Ήταν νόμιμη και αναγκαία, βάσει και των ατομικών χαρακτηριστικών της, η προσαγωγή της αναφερομένης, δοθέντος μάλιστα ότι αυτή διέθετε Δ.Α.Τ. μαζί της; Πώς ανασκευάζεται η πιθανότητα τιμωρητικής – εκδικητικής αντιμετώπισης της αναφερομένης πολίτη;
- Συνιστά έγκλημα η συγκράτηση ή σημείωση των αριθμών κυκλοφορίας αστυνομικών οχημάτων; Αν ναι, βάσει ποιας ακριβώς διατάξεως και γιατί, στην περίπτωση αυτή, δεν κινήθηκε η ποινική διαδικασία για την αναφερομένη;
- Ποιες υπόνοιες, για ήδη τελεσθείσα αξιόποινη πράξη κίνησε η αναφερομένη; Επιβεβαιώθηκαν ή διαψεύσθηκαν αυτές; Πώς δικαιολογείται η αναφορά σε «σοβαρές υπόνοιες», στο από 30.3.2013 έγγραφο, ενώ στο βιβλίο συμβάντων αναφέρεται απλώς σε «γεγονός που θεωρήθηκε ύποπτο».
- Γιατί αφαιρέθηκε και με ποιο νόμιμο έρεισμα το κινητό τηλέφωνο της αναφερομένης αφού αυτή δεν είχε συλληφθεί αλλά είχε απλώς προσαχθεί; Έγινε κάποια έρευνα για αυτό; Πώς διασφαλίστηκε το απόρρητο της επικοινωνίας και τα προσωπικά δεδομένα της αναφερομένης, δοθέντος ότι δεν επετράπη σε αυτή να αφαιρέσει την κάρτα sim ή την μπαταρία του κινητού τηλεφώνου, πράγμα που η ίδια ζήτησε;
- Ποια αναγκαιότητα και σε ποια ακριβώς νόμιμη βάση στηρίζονταν οι ερωτήσεις προς την αναφερόμενη: «με ποιον ήσουν», «τι ήθελες εκεί», «μήπως σημείωσες κάτι»;
- Δηλώθηκε από τον επιληφθέντα αξιωματικό υπηρεσίας και, αν ναι, για ποιο λόγο ότι η αναφερόμενη συλλαμβανόταν ή ότι ήταν, δήθεν,«κρατούμενη» και θα οδηγείτο στο αυτόφωρο;
- Γιατί η αναφερόμενη υπεβλήθη σε σωματικό έλεγχο και υποχρεώθηκε να αφαιρέσει τα ρούχα της, αφού δεν ήταν κρατούμενη ούτε είχε συλληφθεί; Ποια ειδικά μέτρα ελήφθησαν για την προστασία της αξιοπρέπειας της αναφερομένης;
- Γιατί δεν επετράπη η επικοινωνία της αναφερομένης με τα πρόσωπα που προσήλθαν για να την επισκεφθούν (δικηγόρο και βουλευτή), «δοθέντος ότι δεν ήταν κρατούμενη και συνεπώς διέθετε απεριόριστο το δικαίωμα επικοινωνίας, ιδίως με δικηγόρο;
- Αρνήθηκε πράγματι ο επιληφθείς αξιωματικός να δώσει τα στοιχεία του, κατά την αποχώρηση της αναφερομένης; Ποια πρόνοια είχε ληφθεί ότι αυτά να είναι εμφανή (π.χ. ύπαρξη σχετικής πινακίδας;)
- Συνολικά, ποια μέτρα ελήφθησαν ώστε να αποτραπεί ο εξευτελισμός και η ταπείνωση της αναφερομένης; Διασφαλίστηκε ότι οι ενέργειες και η εν γένει συμπεριφορά των αστυνομικών δεν δημιουργούσαν κλίμα απειλών και φόβου;
- Πότε καταγράφηκε η προσαγωγή της κ. Μέλλιου στο Βιβλίο Αδικημάτων και Συμβάντων; Στις 07-03-2013, όπως φαίνεται στο σχετικό απόσπασμα δηλ. επτά (7) ημέρες από τη διενέργεια της; Τηρήθηκε η διάταξη του άρ. 36 παρ. 3 ΠΔ 75/198 που επιτάσσει , τα συμβάντα να καταγράφονται «αμέσως» ή το πολύ «μέσα σε 24 ώρες»;
IV. Προτάσεις
Επειδή τα καταγγελλόμενα στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ιδιαιτέρως σοβαρά (στέρηση ελευθερίας, προσβολές της αξιοπρέπειας κ.λπ.), επιβάλλεται η διεξοδική διερεύνηση της αλήθειας (κατά το Π.Δ. 120/2008) και, εφ’ όσον αληθεύουν, η διακρίβωση, από διοικητικής-πειθαρχικής πλευράς, και απόδοση των ευθυνών.
Η διαδικασία έρευνας, όπως έχει ήδη επισημάνει η Αρχή σε σχετική Ειδική έκθεση (7/2004), θα πρέπει να τύχει ιδιαίτερης προσοχής από την Ελληνική Αστυνομία, προκειμένου να διασφαλιστεί η πληρότητα, η αρτιότητα, η αντικειμενικότητα αλλά και η ταχύτητα της έρευνας.
Είναι προφανές ότι οι ως άνω αναφερόμενες συμπεριφορές, εφόσον είναι αληθείς, δεν πλήττουν μόνο τα δικαιώματα του πολίτη, της συγκεκριμένης αναφερόμενης ή όλων, αλλά και το κύρος της αστυνομίας, η οποία εμφανίζεται σ’ ένα κράτος δικαίου να δρα αυθαιρέτως.
Για τους λόγους αυτούς, ο Συνήγορος του Πολίτη προτίθεται να παρακολουθήσει πολύ στενά τη διαδικασία αλλά και την ολοκλήρωση αυτής της έρευνας, επιφυλασσόμενος της αρμοδιότητας του, κατ’ άρ. 4 παρ. 5 ν. 3094/2003, να διεξάγει αυτοτελή πρωτογενή έρευνα.
Κατόπιν των ανωτέρω, σας παρακαλούμε να μας ενημερώσετε για τις ενέργειες στις οποίες πρόκειται να προβείτε, για την πλήρη και ταχεία διαλεύκανση αυτής της υπόθεσης και την λήψη των κατάλληλων μέτρων.
Σε κάθε περίπτωση, παρακαλούμε, με την ολοκλήρωση της έρευνας, να μας αποστείλετε αντίγραφα του πορίσματος, και των αποφάσεων της ιεραρχίας επ’ αυτού, καθώς και του συνόλου των στοιχείων του σχετικού φακέλου.
ΥΓ. Για κάθε περαιτέρω πληροφορία ή διευκρίνιση θα είμαστε στη διάθεσή σας.
Κοινοποίηση:
1. Κυρία ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ ΙΩΑΝΝΑ
2. ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Με τιμή
Βασίλης Καρύδης
Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ σχολιάστε κόσμια