ΕιρΑθ 16/Φ 1317/2013 [Διάσωση κύριας κατοικίας - Παροχή περιόδου χάριτος μέχρι την έναρξη καταβολής των οριζόμενων δόσεων] (παρατ. Α. Κρητικός)
(Περίληψη) Η αιτούσα έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, διότι είναι άνεργη και δεν έχει κανένα εισόδημα, η δε σύνταξη του συζύγου της δεν αρκεί ούτε για την κάλυψη του κόστους των βασικών βιοτικών αναγκών τους. Συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του Ν 3869/2010 και ειδικότερα στη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2 δεδομένου ότι η αιτούσα υποβάλλει αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της, το 85% της αξίας της οποίας, υπερβαίνει το ποσόν της οφειλής της, οπότε η πιστώτριά της θα ικανοποιηθεί πλήρως με τις καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού, θα αρχίσει ένα χρόνο μετά τη δημοσίευση της απόφασης, επειδή κρίνεται ότι πρέπει να παρασχεθεί στην αιτούσα περίοδος χάριτος.
Διατάξεις: άρθρα 3, 6 [παρ. 3], [παρ. 2] Ν 3869/2010
[...] Η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, ζητεί τη ρύθμιση των χρεών της σύμφωνα με το προτεινόμενο από αυτήν σχέδιο διευθέτησης με σκοπό την απαλλαγή της από αυτά.
Με το πιο πάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμοδίως φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο τούτο (άρθρο 3 του Ν 3869/2010) κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 του ΚΠολΔ (άρθρο 3 του Ν 3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της προσκομίζονται οι προβλεπόμενες στην παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν 3869/2010: α) βεβαίωση αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού (βλ. τη με αρ. πρωτ. 3189/28.3.2012 βεβαίωση του συνηγόρου του καταναλωτή Ε.Ζ.) και β) υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας με ημερομηνία 20.4.2012 για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων της, των πιστωτών της και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, καθώς και τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της, κατά την τελευταία τριετία. Εξάλλου, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτησή της ούτε έχει εκδοθεί προγενέστερη απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών της και απαλλαγή από το υπόλοιπο των χρεών της (άρθρο 13 παρ. 2 Ν 3869/2010). Είναι δε ορισμένη η αίτηση, καθόσον περιλαμβάνονται σ’ αυτήν όλα τα στοιχεία του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν 3869/2010, και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του ιδίου νόμου. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και της καθ’ ης- πιστώτριάς της.
Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα της αιτούσας στο ακροατήριο του δικαστηρίου κατά την εκδίκαση της αιτήσεως, που περιέχεται στα πρακτικά της δίκης, καθώς και τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι αποδείχθηκαν κατά την κρίση του δικαστηρίου τα ακόλουθα: Η αιτούσα, 56 ετών, έως και τις 16.12.2010 εργαζόταν ως μισθωτή, συγκεκριμένα ως βοηθητικό πρόσωπο, στην αστική μη κερδοσκοπική εταιρία – μη κυβερνητική οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδος «Α» με μηνιαίο μισθό ανερχόμενο στο ποσό των 980,29 ευρώ καθαρά. Από την ανωτέρω εταιρία απολύθηκε στις 16.12.2010 λόγω καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας από τον εργοδότη της και έλαβε πλήρη αποζημίωση ανερχόμενη στο ποσό των 4.133,50 ευρώ. Έκτοτε παραμένει άνεργη. Είναι εγγεγραμμένη στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ και διαθέτει κάρτα ανεργίας (βλ. την από 5.12.2012 βεβαίωση του ΟΑΕΔ που προσκομίζει η αιτούσα). Κατά το έτος 2011 έλαβε επίδομα ανεργίας που ανήλθε στο ποσό των 6.181 ευρώ (βλ. εκκαθαριστικό σημείωμα φόρου εισοδήματός της οικονομικού έτους 2012). Από το 2012 και εφεξής δεν έχει κανένα εισόδημα αφού από το 2011 και μετά έπαυσε να λαμβάνει το επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ. Είναι παντρεμένη με τον Μ.Μ., ο οποίος είναι συνταξιούχος του ΙΚΑ και η μηνιαία σύνταξή του ανέρχεται στο ποσό των 420,24 ευρώ (βλ. ενημερωτικό σημείωμα συντάξεων του ανωτέρω των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου, Δεκεμβρίου 2012). Το εισόδημα του ανωτέρω κατά το 2011 ανήρχετο στο ποσό των 3.210,20 ευρώ και κατά το 2010 στο ποσό των 7885,18 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενο εκκαθαριστικό σημείωμα φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2012 και φορολογική δήλωση του οικονομικού έτους 2011). Ο ανωτέρω πάσχει από υπερπλασία προστάτη, εξαιτίας της οποίας εισήλθε στο Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Η ΕΛΠΙΣ» στις 11.7.2012 και εξήλθε στις 20.7.2012. Η αιτούσα έχει την επικαρπία ενός διαμερίσματος, επιφανείας 74,10 τ.μ., έτους κατασκευής 1978, το οποίο βρίσκεται στον πρώτο όροφο πολυκατοικίας, κειμένης στο Δήμο … Αττικής επί της οδού … Το διαμέρισμα αυτό, στο ποίο διαμένει με το σύζυγό της, αποτελεί την κύρια κατοικία της αιτούσας. Η εμπορική αξία του ανωτέρω δικαιώματος της αιτούσας, λαμβανομένων υπόψη της περιοχής στην οποία βρίσκεται το ως άνω διαμέρισμα, της παλαιότητάς του, της αντικειμενικής του αξίας που ανέρχεται στο ποσό των 23.119,20 ευρώ και των πτωτικών τάσεων που επικρατούν την αγορά ακινήτων λόγω της έλλειψης αγοραστικού ενδιαφέροντος συνεπεία της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας ανέρχεται στο ποσό των 23.000 ευρώ, το οποίο δεν υπερβαίνει το όριο αφορολόγητου ποσού απόκτησης πρώτης κατοικίας από έγγαμο φορολογούμενο, που ανέρχεται σε 250.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή του από την εκποίηση. Η αιτούσα σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την υποβολή της υπό κρίση αιτήσεως είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία κατά πλάσμα του νόμου θεωρούνται ληξιπρόθεσμα με την κοινοποίηση της αίτησης και επειδή είναι ανέγγυα παύουν να παράγουν τόκους με την κοινοποίηση της αίτησης (άρθρο 6 παρ. 3 του Ν 3869/2010), προς την καθής, ήτοι την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «Μ.Β. ΑΕ», -μοναδική της πιστώτρια α) οφειλή ύψος 10.137,84 ευρώ από το με αρ. 13941952 καταναλωτικό δάνειο β) οφειλή ύψους 2.030,89 ευρώ από το με αρ. 13951357 καταναλωτικό δάνειο. Η συνολική δηλαδή οφειλή της αιτούσας προς την καθής ανέρχεται στο ποσό των 12.168,73 ευρώ.
Η αιτούσα από το Δεκέμβριο του 2011 έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, αφού από τότε δεν έχει κανένα εισόδημα, η δε σύνταξη που λαμβάνει ο σύζυγός της ύψους 420,24 ευρώ δεν αρκεί ούτε για την κάλυψη του κόστους των βασικών βιοτικών αναγκών τους, που σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λαμβανομένου υπόψη ότι ο σύζυγός της είναι σοβαρά ασθενής ανέρχεται στο ποσό των 800 ευρώ μηνιαίως. Όπως προκύπτει από τα προπαρατιθέμενα, συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο ρυθμιστικό πεδίο του Ν 3869/2010 και ειδικότερα στη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2, αφού η αιτούσα υποβάλει αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της, η οποία, μετά την υποβολή του ανωτέρω αιτήματος και αφού το 85% της αξίας της κύριας κατοικίας της υπερβαίνει το ποσό της οφειλής της προς την καθής, η οποία θα ικανοποιηθεί πλήρως με τις καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, είναι υποχρεωτική για το δικαστήριο. Εν προκειμένω το 85% της αξίας του δικαιώματος της αιτούσας επί της κύριας κατοικίας της ανέρχεται σε 19.550 ευρώ (23.000 ευρώ x 85%).
Με βάση τη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2, εφόσον το χρέος του οφειλέτη υπερβαίνει το ποσό του 85% της εμπορικής αξίας της κατοικίας του, το δικαστήριο θα ρυθμίσει το χρέος μέχρι το 85% του ποσού της αξίας της κύριας κατοικίας του, ενώ αν το υπόλοιπο των χρεών του είναι μικρότερο του 85% θα υποχρεωθεί σε καταβολές μέχρι το ύψος αυτού του ποσού. Στην προκειμένη περίπτωση το 85% της αξίας του δικαιώματος της αιτούσας επί της κύριας κατοικίας της ανέρχεται σε 19.550 ευρώ, όπως προαναφέρεται. Το χρέος της αιτούσας ανέρχεται σε 12.168,73 ευρώ, που είναι μικρότερο του 85% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας της και θα ικανοποιηθεί πλήρως η καθής-πιστώτριά της. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού, η οποία θα αρχίσει ένα (1) χρόνο μετά τη δημοσίευση της παρούσας, επειδή κρίνεται ότι στην αιτούσα πρέπει να παρασχεθεί περίοδος χάριτος, ενός έτους, θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με σταθερό επιτόκιο που θα ισχύει κατά το χρόνο αποπληρωμής σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο δε χρόνος τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού πρέπει να οριστεί σε δώδεκα έτη, ήτοι σε 144 μήνες. Το ποσό που θα καταβάλει η αιτούσα βάσει της ρύθμισης αυτής θα ανέρχεται σε 84,50 ευρώ μηνιαίως. Οι μηνιαίες αυτές καταβολές θα πραγματοποιούνται εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μηνός, αρχής γενομένης από την τρίτη ημέρα του πρώτου μηνός μετά την πάροδο ενός έτους από τη δημοσίευση της παρούσας. Συνακόλουθα, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του Ν 3869/2010. [...]
Παρατηρήσεις
Από το συνδυασμό των διατάξεων του Ν 3869/2010 και ιδίως των διατάξεων του άρθρου 2, 7, 8 και 9 αυτού σαφώς προκύπτει ότι η ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη διέρχεται ορισμένα στάδια. Ειδικότερα προηγείται η προσπάθεια του εξωδικαστικού συμβιβασμού, ακολουθεί η διαδικασία του δικαστικού συμβιβασμού (άρθρο 7 του νόμου). Το κύριο και τελικό στάδιο είναι η διαδικασία της δικαστικής ρυθμίσεως των χρεών του οφειλέτη (άρθρο 8 του νόμου) που μπορεί να συνδυάζεται με το άρθρο 9 παρ. 2 του νόμου αν υποβάλλεται από τον οφειλέτη σχετικό αίτημα. Σημειώνεται ότι η διαδοχική τήρηση των άνω σταδίων είναι υποχρεωτική τόσο για τον οφειλέτη όσο και για το δικαστήριο. [...]
Αθανάσιος Γ. Κρητικός,
Αντιπρόεδρος ΑΠ, ε.τ.
Πηγή: EφΑΔ 8-9/2013, 801
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ σχολιάστε κόσμια